![]() |
tratamiento | |
agric. | σύστημα δασοκαλλιέργειας; επεξεργασία |
industr. construct. | κάρροττινγκ |
mater.sc. | επεξεργασία καθαρισμού; βελτίωση |
math. | θεραπεία |
pharma. | αντιμετώπιση |
activar | |
earth.sc. | ενεργοποιώ |
| |||
σύστημα δασοκαλλιέργειας; επεξεργασία | |||
κάρροττινγκ | |||
επεξεργασία καθαρισμού; βελτίωση | |||
θεραπεία | |||
αντιμετώπιση | |||
κατεργασία |
tratamiento con: 71 phrases in 18 subjects |