DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
tapón m
agric., mater.sc. πείρος; στρόφιγγα
chem. έμφραγμα
commun. τυφλό βύσμα
construct. πωμάτωση μέσω μάζας σκυροδέματος; πωμάτωση αιχμής σωληνωμένου πασσάλου εκσκαφής
industr., construct., met. πορτάκι φούρνου δοχείων; πυθμένας της προφόρμας
mater.sc. παρέμβυσμα; βύσμα; τάπα; ημισύνδεσμος αποκοπής
med. σπόγγος; επίθεμα; κομπρέσσα; μάκτρον
met. πώμα; βούλωμα; κεφαλή ανακοπής; έμφραξη; στόπερ κεφαλής
transp., construct. στένωση; κυκλοφοριακή στένωση; μποτιλιάρισμα
Tapón m
commer. Πώμα εισχώρησης
tapón
: 131 phrases in 20 subjects
Agriculture8
Chemistry7
Coal2
Commerce1
Earth sciences7
Electronics5
Environment3
General3
Health care1
Industry32
Labor law1
Life sciences1
Materials science17
Mechanic engineering19
Medical4
Metallurgy9
Municipal planning2
Technology1
Textile industry1
Transport7