![]() |
tanque | |
gen. | τανκς; άρμα μάχης |
agric. | δεξαμενή; ντεπόζιτο; μεταλλικό δοχείο; δοχείο συγκέντρωσης σπόρου; χωνί |
construct. | πύργος ύδρευσης υδραγωγείου |
forestr. | ρεζερβουάρ |
adsorbente | |
earth.sc. mech.eng. | απορροφητική ουσία |
| |||
τανκς; άρμα μάχης | |||
δεξαμενή; ντεπόζιτοκν.; μεταλλικό δοχείο; δοχείο συγκέντρωσης σπόρου; χωνί | |||
πύργος ύδρευσης υδραγωγείου | |||
δεξαμενή βαφής | |||
| |||
ρεζερβουάρ |
tanque: 220 phrases in 26 subjects |