![]() |
Sistema | |
comp., MS | Σύστημα |
sistema | |
comp., MS | σύστημα |
duplex | |
commun. | αμφίδρομος |
dúplex | |
commun. | διπλή ταυτόχρονη επικοινωνία duplex; διπλή ταυτόχρονη λειτουργία; αμφίδρομη επικοινωνία; αμφίδρομη σύνδεση; ταυτόχρονη επικοινωνία |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
puente | |
econ. | γέφυρα |
| |||
σύστημα | |||
θεωρητικό σύστημα; θεωρία | |||
| |||
Σύστημα |
sistema dúplex: 1 phrase in 1 subject |
Communications | 1 |