![]() |
sembradora | |
agric. | μηχανή εμβολιασμού; μηχάνημα σποράς; σπορέας-κουτί; σπαρτική μηχανή |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
maíz | |
agric. | καλαμπόκι; αραβόσιτος ο κοινός; αραποσίτι |
econ. | αραβόσιτος |
| |||
μηχανή εμβολιασμού; μηχάνημα σποράς; σπορέας-κουτί; σπαρτική μηχανή | |||
σπαρτική μηχανή για γραμμική σπορά |
sembradora de: 13 phrases in 1 subject |
Agriculture | 13 |