DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
remolque m
forestr. πλατφόρμα φόρτωσης μεγάλων μηχανημάτων; ρυμουλκώ; βαγόνι; ανατρεπόμενο όχημα
mater.sc. άμαξα μεταφοράς σωλήνων
transp. ρυμούρκιο
remolque v
agric., mech.eng. σύζευξις οχημάτων ή αξόνων δια την μεταφοράν κορμού μεγάλων διαστάσεων
hobby, transp. ρυμούλκηση αλεξίπτωτου
mater.sc. ρυμούλκα
transp. ρυμουλκούμενο; σχοινί ρυμούλκησης; συμπληρωματικό όχημα; ελιγμός; ελκόμενο σιδηροδρομικό όχημα; σιδηροδρομικό ρυμουλκούμενο όχημα
transp., industr. ρυμουλκούμενο όχημα
remolques v
gen. ρυμούλκες
remolque con dispositivo
: 1 phrase in 1 subject
Transport1