DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
registro m
comp., MS εγγραφή
environ. εγγραφή στo πρωτσκoλλo
industr., construct., met. μπαράζ τροφοδότου
transp. αριθμός κυκλοφορίας
registros m
gen. αρχεία καταχωρήσεως στοιχείων
registro v
gen. καταχώριση; μητρώο γνωστό ως roster
busin., labor.org., account. τόπος όπου κατατίθενται ή καταχωρούνται οι λογαριασμοί
commun. αντιστοιχία; σύμπτωση; σελιδοδείκτης
comp., MS αρχείο καταγραφής
cultur. βαλβίδα και δικλείδα; ομάδα ηχητικών αυλών εκκλησιαστικού οργάνου
el. ευθυγράμμιση επικάλυψης
environ. καταγραφή; καταχώρηση
health., pharma. μητρώα
industr., construct., chem. Σταμάτημα συσκευής λείανσης
industr., construct., met. ρυθμιστής ροής υαλομάζας
IT καταχωρητής; καταχωρητής μνήμης; εγγράφω
IT, tech. ημερολόγιο
law έρευνα; πρωτόκολλο; κατ' οίκον έρευνα
life.sc. σημεία σύμπτωσης υλικού παραγωγής χαρτών
patents. καταχώρηση; πρωτοκόλληση
social.sc. ιδίωμα
transp. φρεάτιο επίσκεψης; καταχώρηση αριθμού κυκλοφορίας
transp., nautic. νηολόγιο; ανθρωποθυρίδα
work.fl. αρχείο; μητρώο
registrar v
commun. πέφτω σε αντιστοιχία; πέφτω σε σύμπτωση
comp., MS δήλωση
fin. εγγράφω επισήμως; εισάγω στο Xρηματιστήριο; καταχωρώ
transp. εγγράφω
registrarse v
comp., MS εγγράφομαι; δήλωση
Registro v
comp., MS μητρώο
law, tech., mech.eng. πρωτόκολλο
 Spanish thesaurus
registro m
law Los documentos oficiales que forman un caso en el tribunal
registro geofísico de: 2 phrases in 1 subject
Life sciences2