DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
oleoducto m
econ. πετρελαιαγωγός
environ. αγωγός μεταφοράς πετρελαίου; αγωγός μεταφοράς πετρελαίου/πετρελαιαγωγός
transp., energ.ind. πετρελαιοαγωγός
oleoductos m
environ. αγωγός; σωληνώσεις; αγωγός/σωληνώσεις
oleoducto de transporte de
: 1 phrase in 1 subject
Energy industry1