DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
indemnización m
gen. αποζημίωση για βλάβες; αποζημίωση για εργατικά ατυχήματα; αποζημίωση για επαγγελματικές ασθένειες
econ. αποκατάσταση της ζημίας
fin. αποζημιώσεις
insur., PR επιχορήγηση; επίδομα
law καταβολή αποζημίωσης; αποζημίωση
law, econ., lab.law. αντέγγραφο
indemnizaciones m
environ. χρηματική αποζημίωση; εγγύηση αποζημίωσης
law, environ. χρηματική αποζημίωση/εγγύηση αποζημίωσης
indemnizaciones seguro no vida m
account. απαιτήσεις ασφάλειες εκτός των ασφαλειών ζωή
indemnización por
: 64 phrases in 14 subjects
Agriculture1
Economy4
Environment5
Finances9
General2
Insurance6
Labor law7
Law21
Obsolete / dated2
Procedural law1
Social science1
Statistics1
Trade unions3
United Nations1