DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
hilera f
industr., construct. μήτρα κλωστοποιήσεως; φιλιέρα; μήτρα νηματοποίησης
IT γραμμή; σειρά δελτίου
hilerado v
agric. παράταξη σε ευθεία; διάταξη εν σειρά
hilera de
: 16 phrases in 8 subjects
Agriculture1
Chemistry2
Construction1
Industry7
Materials science1
Mechanic engineering1
Natural sciences2
Transport1