![]() |
henificadora | |
agric. | μηχανή ανατροπής κομμένου χόρτου; χορτοξηραντική μηχανή; αναστροφέας κομμένων σειρών χόρτου; αναστροφέας λωρίδων χόρτου |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
horquilla | |
agric. | δίκρανο |
industr. construct. | φουρκέττα |
industr. construct. met. | πηρούνα |
mun.plan. | φουρκέτα μαλλιών |
| |||
μηχανή ανατροπής κομμένου χόρτου; χορτοξηραντική μηχανή; αναστροφέας κομμένων σειρών χόρτου; αναστροφέας λωρίδων χόρτου; ξηραντική μηχανή χόρτου |
henificadora de horquillas: 1 phrase in 1 subject |
Agriculture | 1 |