DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
grúa f
agric. αλιεία με παρασυρόμενο δίχτυ
forestr. γερανός (σε μηχάνημα συγκομιστή); φορτωτής
mech.eng. γερανός; γερανός με πρόβολο; σταθερός γερανός; ανυψωτική μηχανή
grúa del equipo de la
: 1 phrase in 1 subject
Mechanic engineering1