DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
fichero m
commun. έπιπλο δελτιοκαταλόγου
industr. δελτιοθήκη; ευρετήριο
industr., construct. κουτί ταξινόμησης; καρτελοθήκη
IT φάκελος; ηλεκτρονικό αρχείο; τήρηση βιβλίων με υπολογιστή; αρχειοφάκελος
work.fl. αρχείο
ficheros m
work.fl., IT κάρτες ευρετηρίου
fichero europeo de: 1 phrase in 1 subject
Criminal law1