DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
empuje m
mech.eng. πίδακας ρευστού από εγχυτήρα
empuje v
earth.sc., el. έλξη
mech.eng. ταχύρευμα εξαγωγής καυσαερίων; προωθητική δύναμη
nat.sc., el. πυραυλική προώθηση
transp. ρυμούλκηση; δύναμη προώσεως; ωθητική δύναμη; ωστική δύναμη; ώση; σπρώξιμο; ώθηση
transp., mech.eng. προώθηση
empuje de
: 52 phrases in 8 subjects
Agriculture1
Chemistry1
Commerce1
Earth sciences3
Industry2
Mechanic engineering15
Metallurgy5
Transport24