DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
dispositivo de desescarchado
transp., tech. διατάξεις εξουδετερώσεως της δρόσου και της πάχνης από τις υάλινες επιφάνειες των οχημάτων με κινητήρα 2) σύστημα αποθάμβωσης