DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
noun | adjective | to phrases
diagonales m
chem., el. διαγώνιες
transp. κεφαλή του πλέγματος σταθμού; κεφαλή της δέσμης σταθμού
diagonal adj.
construct. διαγώνια ράβδος
industr., construct. ύφανση διαγονάλ; διαγώνιος ενίσχυση
scient., el. διαγώνιος
transp. ομάδα ψαλιδιών; απλή ένωση; απλή σύνδεση; διαγώνια γραμμή; ομάδα από αλλαγές τροχιάς
transp., construct. σύνδεση σιδηρογραμμών
diagonal
: 60 phrases in 18 subjects
Agriculture4
Communications1
Construction4
Earth sciences1
Electronics1
Finances3
General1
Industry8
Information technology2
Mathematics1
Mechanic engineering5
Medical2
Metallurgy8
Microsoft1
Natural sciences1
Statistics1
Taxes1
Transport15