DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
desbarbar v
commun. αποκόπτω τις προεξοχές; ξακρίζω; ψαλιδίζω; περικόπτω το δόντι γράμματος που σημαδεύει την εκτύπωση
industr., construct. απομαλλιάζω δέρμα
industr., construct., chem. ξεφλασάρισμα
met. ομαλοποιώ την επιφάνεια
met., mech.eng. διανοίγω με ήλο
desbarbado v
agric. αποκοπή ριζών εμβολίου
met. ομαλοποίηση της επιφάνειας μήτρας
met., mech.eng. περίκοψη; αφαίρεση πτερυγίων; αφαίρεση τσαπακιών
desbarbar
: 19 phrases in 7 subjects
Agriculture1
Communications2
Construction1
Industry3
Mechanic engineering1
Metallurgy10
Transport1