DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
depósito m
comp., MS κατάθεση Context-dependent
earth.sc. προσχωματικό υλικό
life.sc. απόθεσις ανάντη φράγματος
depósitos m
account. καταθέσεις
mech.eng. επικαθίσεις
depósito v
agric. ίζημα
agric., mater.sc. αυλή αποθήκευσης
chem. αποθέτω; κατακάθι
coal. κοίτασμα
commer. αποθήκευση; χώρος αποθήκευσης
commer., fin., account. προκαταβολή
comp., MS κατάθεση
earth.sc. απόθεσις; ιζηματαπόθεσις; ιζηματογένεσις
environ. σάκος
environ., el. για εναπόθεση
fin. επιχείρηση διανομής που διαθέτει την απαιτούμενη επαγγελματική εξειδίκευση
industr., construct., met. κάδος νερού
IT υποβολή
life.sc. πρόσχωση
life.sc., construct. συλλεκτικόν κοίλωμα βροχών
mater.sc., el. αποθήκη; αποθηκευτικός χώρος
mech.eng. δεξαμενή καυσίμου; δοχείο καυσίμου; ρεζερβουάρ
med. συσσώρευσις
transp. δεξαμενή; αμαξοστάσιο
transp., construct. ταμιευτήρας
transp., mech.eng. ασκός; διάφραγμα υδραυλικού συσσωρευτή
depositar v
IT, dat.proc. ωθώ
law παρακαταθέτω
law, transp. καταθέτω δημόσια
mater.sc. αποθηκεύω
depósito por
: 30 phrases in 12 subjects
Agriculture3
Chemistry3
Earth sciences6
Economy1
Electronics2
Finances2
General2
Industry3
Mechanic engineering1
Metallurgy1
Natural sciences4
Transport2