![]() |
cosechadora | |
agric. | συλλεκτική μηχανή; θεριστική μηχανή; θεριζοαλωνιστική μηχανή |
agric. industr. | θεριστική-αλωνιστική μηχανή; μηχανή αποθήκευσης χορτονομής; μηχανή συλλογής-κοπής |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
cápsula | |
agric. food.ind. | κάψουλα; καψύλλιο; μεταλλικό πώμα |
cosechadora de: 36 phrases in 2 subjects |
Agriculture | 30 |
Forestry | 6 |