![]() |
control | |
gen. | συστηματική παρακολούθηση,συνεχής παρακολούθηση; συνεχής παρατήρηση,συνεχής επαγρύπνιση,συνεχής παρακολούθηση |
comp., MS | δείκτης κύλισης |
environ. | έλεγχος/ρύθμιση/χειρισμός/χειριστήριο/επαλήθευση |
forestr. | σύστημα διεύθυνσης |
IT | επαλήθευση |
law | διαδικασία ελέγχου με κτύπημα κάρτας |
mater.sc. | παρακολούθηση |
math. | έλεγχος |
flujo | |
environ. | ροή |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
transmisión | |
mech.eng. | γωνιωτός μοχλός ελέγχου |
control del flujo de: 2 phrases in 1 subject |
Information technology | 2 |