DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
contenedor m
gen. δοχείο,δεξαμενή συλλογής
comp., MS κοντέινερ
econ. εμπορευματοκιβώτιο
environ. δοχείο (συσκευασίας); περιέκτης
met., mech.eng. κύλινδρος έγχυσης
pharma., environ. εμπορευματοκιβώτιο/δοχείο συσκευασίας/περιέκτης
transp., mater.sc., industr. Ε/Κ γενικής χρήσης; εμπορευματοκιβώτιο για συνδυασμένες μεταφορές; εμπορευματοκιβώτιο θαλάσσης; εμπορευματοκιβώτιο θαλάσσιων μεταφορών; εμπορευματοκιβώτιο μεταφοράς; εμπορευματοκιβώτιο πολλαπλής χρήσης; κοντέινερ για συνδυασμένες μεταφορές
contenedor de la
: 10 phrases in 5 subjects
Finances2
Law1
Microsoft1
Taxes4
Transport2