DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
chapa f
commun., IT υλικό
industr., construct. στρώση αντεπικολλητής ξυλείας
chapa v
commun., IT υλικός εξοπλισμός
construct. βάση στηρίξεως
econ. φύλλο
industr., construct. στρώση κόντρα πλακέ
industr., construct., met. λαμαρίναΡ,Fο; πετσικάρισμα τζαμιού
med. νόσος της Νιγηρίας; τροπικό θήλωμα
met. έλασμα
wood. επιμέρους φύλλο; καπλαμάς; στρώμα; στρώση; φύλλο επικάλυψης
chapado v
construct. επένδυση; επίχρισμα; επικάλυψη
industr., construct. μέταλλο επένδυσης του πέλματος του καλαποδιού
met. επίστρωση; επιστρωμένο με πολύτιμο μέταλλο
chapas v
econ., met. ελάσματα
chapa de
: 61 phrases in 10 subjects
Chemistry2
Construction2
Forestry1
General1
Industry23
Materials science2
Mechanic engineering4
Metallurgy11
Transport7
Wood processing8