barrilete | |
gen. | περίβλημα του πυρήνα αντιδραστήρα |
chem. el. | δέκτης αποστακτικού κέρατος |
coal. met. | προ-συλλογή αερίου |
industr. construct. | πυξίδα που περιέχει το μεγάλο ελατήριο |
mech.eng. | δοχείο πυρήνα αντιδραστήρα |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
conector | |
commun. | υποδοχή βύσματος |
mech.eng. | εξάρτημα σύνδεσης |
| |||
περίβλημα του πυρήνα αντιδραστήρα | |||
δέκτης αποστακτικού κέρατος | |||
προ-συλλογή αερίου | |||
πυξίδα που περιέχει το μεγάλο ελατήριο | |||
δοχείο πυρήνα αντιδραστήρα | |||
βαρελάκι; κύλινδρος | |||
Spanish thesaurus | |||
| |||
trup (Euthynnus pelamis, katsuwonus pelamis) |
barrilete de : 5 phrases in 4 subjects |
Chemistry | 1 |
General | 1 |
Mechanic engineering | 1 |
Transport | 2 |