DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
autoridad f
environ. αρμόδιος φορέας; διοικητικό όργανο; προϊσταμένη αρχή; αρμόδιος φορέας/προϊσταμένη αρχή/διοικητικό όργανο
fin. Αρχή
forestr. αρχές (διοικητικές)
law εξουσία; αρμοδιότητες διοικητικού οργάνου; δημόσια εξουσία; κρατική εξουσία; αρχή; δημόσια υπηρεσία; δημόσια όργανα; ικανότητα έκδοσης διοικητικών πράξεων
autoridad de
: 92 phrases in 21 subjects
Chemistry2
Coal1
Communications2
Construction1
Economy2
Education1
Electronics1
Energy industry1
Environment4
Finances12
General18
Health care1
Immigration and citizenship2
Information technology1
Insurance3
Law22
Marketing1
Microsoft1
Politics2
Transport10
United Nations4