DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +

to phrases
apagado v
agric. άνοστος; έτοιμος; γινομένος; καθησυχασμένος
agric., chem. εξαλειμμένη; επίπεδη
chem. σβέσις; θάμπωμα
coal. αποπύρωσις; σβύσιμο
earth.sc., el. διακοπή
food.ind. αναστολή ζύμωσης; προσθήκη ουσιών για τη διακοπή της ζύμωσης
met. θέση εκτός λειτουργίας; θέτω εκτός λειτουργίας
apagar v
comp., MS τερματίζω
mater.sc. κατασβήνω
"apagado" v
agric. γλεύκη των οποίων διαταράχθηκε ή σταμάτησε η ζύμωση με την προσθήκη αλκοόλης
apagar: 30 phrases in 11 subjects
Agriculture1
Chemistry6
Coal6
Communications1
Construction1
Electronics2
Food industry1
General2
Mechanic engineering1
Microsoft5
Transport4