DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +

to phrases
apagado v
agric. άνοστος; έτοιμος; γινομένος; καθησυχασμένος
agric., chem. εξαλειμμένη; επίπεδη
chem. σβέσις; θάμπωμα
coal. αποπύρωσις; σβύσιμο
earth.sc., el. διακοπή
food.ind. αναστολή ζύμωσης; προσθήκη ουσιών για τη διακοπή της ζύμωσης
met. θέση εκτός λειτουργίας; θέτω εκτός λειτουργίας
"apagado" v
agric. γλεύκη των οποίων διαταράχθηκε ή σταμάτησε η ζύμωση με την προσθήκη αλκοόλης
apagar v
comp., MS τερματίζω
mater.sc. κατασβήνω
apagado: 36 phrases in 12 subjects
Agriculture2
Chemistry7
Coal7
Communications1
Construction1
Earth sciences1
Electronics2
Food industry1
General2
Mechanic engineering1
Microsoft5
Transport6