DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
altura
 altura
earth.sc. mech.eng. συνολικό μανομετρικό ύψος
| máxima
 máximo
law insur. υπόχρεος καταβολής εισφορών
| de
 dé
earth.sc. ηλεκτρόδιο σχήματος D
| trabajo
 Trabajo
comp., MS Εργασία
 trabajo
chem. ανάδευση
commun. βιβλιοεργασία
earth.sc. chem. έργο
econ. εργασία
| de
 dé
earth.sc. ηλεκτρόδιο σχήματος D
elevación del avión
- only individual words found

to phrases
altura f
earth.sc., mech.eng. συνολικό μανομετρικό ύψος
life.sc. γωνία ύψους; ύψος
altura máxima de trabajo de elevación del
: 1 phrase in 1 subject
Agriculture1