DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
activador m
gen. επιταχυντική ουσία; επιταχυντικό
agric. φυτοενισχυτικό προϊόν
chem. ενεργοποιητής
earth.sc. ενεργοποιός ουσία
environ., agric. επιταχυντικό ανάφλεξης
industr., construct., chem. ενεργοποιός
IT σκανδάλισμα
med. ενεργοποιητής τοξοπλασματικών αντισωμάτων; διεγέρτης; εμβρυικός ενεργοποιητής
met. μέσο ενεργοποίησης
pharma., chem. επιταχυντής
activador
: 22 phrases in 9 subjects
Chemistry1
Construction1
Earth sciences1
Electronics2
Industry4
Law1
Medical10
Metallurgy1
Microsoft1