DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
volé, détourné ou égaré
crim.law. αντικείμενο που έχει κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απωλεσθεί; κλαπέν, υπεξαιρεθέν ή απωλεσθέν αντικείμενο