DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
solifluction f
life.sc., agric. εδαφοέρπυση; εδαφοροή; ερπυσμός εδάφους; ερπυσμός κορημάτων κεκορεσμένου ύδατος; ερπυσμός κορημάτων κεκορεσμένων με νερό; ροή εδάφους