DictionaryForumContacts

   French Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
publicité f
gen. γνωστοποίηση; κοινολόγηση
comp., MS διαφημιστικό
econ. διαφήμιση
environ. διαφημιστική καταχώρηση; διαφήμιση/διαφημιστική καταχώρηση
law δημοσιότητα
transp., chem. δημοσιοποίηση; δημοσιοποίηση των τιμολογίων
publicité de l 'agrément CEE de
: 1 phrase in 1 subject
Law1