DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
goulet m
life.sc. πέραμα; πόρος; στενά
transp. δίαυλος; μπογάζι; στένωση; στενή είσοδος
transp., construct. κυκλοφοριακή στένωση; μποτιλιάρισμα
goulet
: 9 phrases in 7 subjects
Communications1
Construction1
Economy1
Finances1
General1
Labor law1
Transport3