DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
gage v
fin. εμπράγματη ασφάλεια; ενέχυρο
transp. ράβδος-πιλότος
gagé v
fin., transp. εξασφαλισμένος με υποθήκη,ενέχυρο,εγγύηση ή άλλη ασφάλεια
gager v
fin. ενεχυριάζω
gages v
law, lab.law. μισθός
gage
: 41 phrases in 8 subjects
Business2
Finances27
General1
Law3
Marketing5
Patents1
Procedural law1
Transport1