DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
amorce v
gen. εμπύρευμα; καψύλιο; κροτικό καψύλιο; καψύλιον; πυροκροτητής; εμπύρευμα; καψούλι; έναυσμα
agric. έναρξη
chem. λουτρό εκκίνησης
coal., construct. πυροκροτητής μετά θρυαλλίδος
commer. στοιχείο που προσελκύει και αιχμαλωτίζει το μάτι
commun., el. δείκτης πέρατος; οδηγός; πίσω περιθώριο μαγνητικής ταινίας
construct. κενόν
fish.farm. δόλωμα
industr., construct., met. διαμάντωμα; καλτσίνα; ράγισμα; ράγισμα άκρου; ρωγμή άκρου
IT, el. αρχικό πρόγραμμα εκκίνησης
life.sc. εκκινητής
amorcer v
coal. εμπυρεύω; εναύω
comp., MS φύτρο
earth.sc., el. διεγείρω; ρευματοδοτώ; ενεργοποιώ
IT, el. boot
amorcerB v
industr., construct., met. αρχίζω την κοπή με χτύπημα
 French thesaurus
amorcer v
comp., MS lhM ¼cht½
amorce
: 98 phrases in 18 subjects
Agriculture1
Chemistry5
Coal17
Commerce1
Communications12
Earth sciences3
Electronics8
General8
Health care1
Industry11
Information technology11
Labor law1
Materials science1
Medical2
Metallurgy11
Natural sciences1
Technology1
Transport3