DictionaryForumContacts

   Greek
Google | Forvo | +
συσκευή ηλεκτροσυγκολλήσεως τόξου με μετασχηματιστή πολλαπλών λήψεων για εξυπηρέτηση πολλών συγκολλητών
met., el. transformador para soldeo de puestos múltiples