![]() |
oficina | |
gen. | σεμινάρια υπό μορφήν "εργαστηρίων" |
mech.eng. | εγκατάσταση καθαρισμού των αποσυναρμολογημένων εξαρτημάτων |
met. | συνεργείο |
dê | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
Trabalho | |
comp., MS | Εργασία |
trabalho | |
chem. | βιομηχανική κατεργασία |
econ. | εργασία |
environ. | εργασία εκτός ωρών αιχμής |
| |||
σεμινάρια υπό μορφήν "εργαστηρίων" | |||
εγκατάσταση καθαρισμού των αποσυναρμολογημένων εξαρτημάτων | |||
συνεργείο | |||
συνεργείο επιχειρήσεως; εργαστήριο |
oficina: 70 phrases in 18 subjects |