Fe 2 | |
chem. | σιδηρώδες υδροξείδιο |
Fe 3 | |
chem. | καστανό οξείδιο; σιδηρικό υδροξείδιο |
faca | |
agric. | κόφτης σπάγγου |
mech.eng. | μαχαιρίδιον,λάμα |
wood. | μαχαιρίδιον,μαχαίριον |
| |||
κόφτης σπάγγου | |||
μαχαιρίδιον,λάμα | |||
μαχαιρίδιον,μαχαίριον | |||
| |||
σωλήνες (Solenidae) | |||
| |||
καστανό οξείδιο; σιδηρικό υδροξείδιο | |||
| |||
σιδηρώδες υδροξείδιο | |||
Portuguese thesaurus | |||
| |||
frequência intermédia |
faca: 319 phrases in 35 subjects |