DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
work at time rates
law εργασία αμειβόμενη με την ώρα; εργασία που αμείβεται με βάση τη χρονική διάρκεια
social.sc., empl. εργασία που πληρώνεται με βάση τη χρονική διάρκεια