slide way | |
mech.eng. | κυλισιοδηγός; οδηγόδρομος; ολισθητήρας; ολισθοδηγός; ολοσθόδρομος |
slotted link | |
mech.eng. | αυλακωτό στοιχείο; αυλακωτός σύνδεσμος |
| |||
κυλισιοδηγός; οδηγόδρομος; ολισθητήρας; ολισθοδηγός; ολοσθόδρομος | |||
| |||
ολοσθόδρομος |
slide way: 3 phrases in 1 subject |
Mechanic engineering | 3 |