international | |
gen. | Διεθνής; διεθνές; διεθνής |
transporter | |
fish.farm. | τύμπανο περιέλιξης διχτυού |
med. | μεμβρανική μεταφορική πρωτεΐνη; μεμβρανικός μεταφορέας; μεταφορέας; φορέας |
| |||
Διεθνής; διεθνές; διεθνής | |||
English thesaurus | |||
| |||
int. | |||
intn. |
international: 2448 phrases in 71 subjects |