![]() |
subsidies | |
fin. commun. | επιδοτήσεις |
subsidy | |
gen. | χρηματοδότηση |
econ. | χορηγήσεις; επιχορήγηση |
environ. | επιδότηση |
fin. | επιδότηση |
law | επιχορήγηση/επιδότηση/επίδομα |
market. fin. | χορηγίες; επιδοτήσεις; επιχορηγήσεις |
code | |
med. | κώδικας |
| |||
χρηματοδότηση | |||
χορηγήσεις; επιχορήγηση | |||
επιδότηση | |||
επιχορήγηση/επιδότηση/επίδομα | |||
χορηγίες; επιδοτήσεις; επιχορηγήσεις | |||
κοινωνική βοήθεια | |||
| |||
επιδότηση | |||
| |||
επιδοτήσεις |
Subsidies: 139 phrases in 18 subjects |