DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Economy containing seguros | all forms | exact matches only
SpanishGreek
activo seguroασφαλές περιουσιακό στοιχείο
ahorro forzoso en las instituciones de seguroδέσμευση για την πραγματοποίηση συμβατικών αποταμιεύσεων στα ασφαλιστικά ιδρύματα
compañía de segurosασφαλιστική εταιρεία
cuenta de renta de los tomadores de seguro residentesλογαριασμός διανομής εισοδήματος των κατόχων ασφαλιστήριων συμβολαίων που είναι μόνιμοι κάτοικοι
depósitos que las empresas de seguro mantienen a nombre de los aseguradosκαταθέσεις τις οποίες κατέχουν οι ασφαλιστές για λογαριασμό των ασφαλισμένων
Derecho de los segurosασφαλιστικό δίκαιο
distribución por sector de los diferentes tipos de reservas técnicas de seguroκατανομή κατά τομείς των διαφόρων τύπων τεχνικών ασφαλιστικών αποθεματικών
empresa de seguroασφαλιστική επιχείρηση
exportaciones de servicios de seguroεξαγωγές υπηρεσιών ασφάλισης
Grupo de créditos y seguros de créditos a la exportaciónομάδα του ΟΟΣΑ για τις εξαγωγικές πιστώσεις και τις εγγυήσεις πιστώσεων
importación de servicios de seguroεισαγωγές υπηρεσιών ασφάλισης
indemnizaciones de seguro de vidaαποζημιώσεις που αποτελούν μορφή κοινωνικών παροχών
indemnización del seguroασφαλιστική αποζημίωση
mediación de segurosασφαλιστική διαμεσολάβηση
operación de seguro de accidentesσυναλλαγές ασφαλειών ατυχημάτων
plan de seguro de las cosechasπρόγραμμα ασφάλειας καλλιεργειών
precio del servicio de seguroτιμή των υπηρεσιών ασφάλισης
prima de seguroασφάλιστρο
producción de servicios de segurosπαραγωγή ασφαλιστικών υπηρεσιών
profesión de segurosασφαλιστικός κλάδος
programa de seguro de los ingresosπρόγραμμα εγγύησης των εισοδημάτων
póliza de seguroασφαλιστήριο συμβόλαιο
póliza de seguro de créditoσυμβόλαιο ασφάλισης πίστωσης
remuneración del servicio de segurosαξία των παρεχόμενων ασφαλιστικών υπηρεσιών
reservas técnicas de seguroτεχνικά ασφαλιστικά αποθεματικά
sector empresas de seguroτομέας ασφαλιστικές επιχειρήσεις
seguro a la exportaciónασφάλιση εξαγωγών
seguro agrícolaγεωργική ασφάλιση
seguro de accidentesασφάλιση ατυχημάτων
seguro de accidentes de trabajoασφάλιση εργατικών ατυχημάτων
seguro de automóvilesασφάλιση αυτοκινήτων
seguro de bienesασφάλιση πραγμάτων
seguro de créditoασφάλιση πιστώσεων
seguro de crédito a la exportación por cuenta del Estadoασφάλιση εξαγωγικής πίστωσης ή εγγύηση για λογαριασμό του κράτους
seguro de dañosασφάλιση ζημιών
seguro de desempleoασφάλιση ανεργίας
seguro de enfermedadιατροφαρμακευτική περίθαλψη
seguro de invalidezασφάλιση αναπηρίας
seguro de personasασφάλιση προσώπων
seguro de responsabilidad civilασφάλεια αστικής ευθύνης
seguro de transportesασφάλιση μεταφορών
seguro de vidaασφάλεια ζωής
seguro marítimoναυτασφάλιση
seguro obligatorioυποχρεωτική ασφάλιση
seguro privadoιδιωτική ασφάλιση
seguro públicoδημόσια ασφάλιση
servicio de seguroυπηρεσία ασφάλισης
servicios de crédito y de seguroπιστωτικές και ασφαλιστικές υπηρεσίες
servicios de seguros exportadosεξαγωγές υπηρεσιών ασφάλισης
servicios de seguros sobre los bienes importadosυπηρεσίες ασφάλισης σε εισαγόμενα αγαθά
sistema de seguro y de garantíaσύστημα ασφάλισης και εγγύησης
sistema público de seguro de crédito a la exportaciónεπίσημο σύστημα ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων
tomadores reales del seguroπραγματικοί κάτοχοι των ασφαλιστηρίων συμβολαίων
variación de las reservas técnicas de seguroμεταβολές των τεχνικών ασφαλιστικών αποθεματικών