DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Mechanic engineering containing régimen | all forms | exact matches only
SpanishGreek
aislamiento de bajo régimenπροστασία λειτουργίας χωρίς φορτίο
aislamiento de bajo régimenπροστασία λειτουργίας εν κενώ
calentamiento en régimen transitorioμεταβατική θερμότητα
carga de régimen del motorονομαστικό φορτίο κινητήρα
condiciones de régimenσυνθήκες λειτουργίας μόνιμης καταστάσεως
funcionamiento a bajo régimenλειτουργία χαμηλού επιπέδου
potencia de régimenισχύς λειτουργίας κινητήρα
potencia en régimen normalμέγιστη συνεχής ισχύς
potencia en régimen normalκανονική επίδοση ισχύος
régimen de funcionamientoσυνθήκες λειτουργίας
régimen de gasto másico del refrigeranteπαροχή μάζας ψυκτικού μέσου
régimen establecidoστοιχεία πλήρους ώσης
régimen establecidoεπίτευξη προκαθορισμένων στοιχείων λειτουργίας
régimen horarioωριαία απόδοση
régimen intermedio de emergenciaενδιάμεσα στοιχεία κατάστασης ανάγκης
régimen intermedio de emergenciaενδιάμεση ισχύς ανάγκης
régimen ralentíστοιχεία λειτουργίας σε βραδυπορεία
régimen óptimo del motorβέλτιστα στοιχεία λειτουργίας του κινητήρα
segundo régimen de un motorστοιχεία πλεύσης κινητήρα
segundo régimen de un motorστοιχεία κινητήρα για πτήση πλεύσης του αεροσκάφους
situar en régimen permanenteοδηγώ στις σταθερές συνθήκες λειτουργίας
tobera en régimen sónicoακροφύσιο με στένωση
toma de fuerza de régimen constanteλήψη ισχύος στην ταχύτητα συνεχούς λειτουργίας