DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms containing dejar | all forms | exact matches only
SubjectSpanishGreek
ed., social.sc.alumno que deja la escuela prematuramenteάτομο που εγκαταλείπει πρόωρα το σχολείο
health., food.ind.ayuda para dejar de fumar: número de teléfono/dirección postal/dirección Internet/Consulte a su médico o farmacéuticoζητήστε βοήθεια για να σταματήσετε το κάπνισμα: αριθμός τηλεφώνου/ ταχυδρομική διεύθυνση/ διεύθυνση Διαδικτύου/ συμβουλευτείτε το γιατρό/ φαρμακοποιό σας
lawcuestión de hecho que se deja a la valoración del juez que conoce del asuntoθέμα που επαφίεται στην κρίση του επιλαμβανομένου δικαστηρίου
comp., MSdejar de compartirκατάργηση κοινής χρήσης
health., food.ind.dejar de fumar reduce el riesgo de enfermedades mortales de corazón y pulmónτο σταμάτημα του καπνίσματος μειώνει τον κίνδυνο θανατηφόρων καρδιαγγειακών και πνευμονικών παθήσεων
agric.dejar de ponerτέλος της ωοτοκίας
comp., MSdejar de ser amigoκαταργώ από φίλο
lawdejar de surtir efectoπαύουν να ισχύουν
agric., polit.dejar en barbechoβρίσκομαι υπό αγρανάπαυση
agric.dejar en barbechoαγρός υποκείμενος σε ανάπαυση
el.dejar en descargo una salidaφραγή μιας διακλαδώσεως
gen.dejar en suspensoαφήνω κάτι εκκρεμές
transp., mater.sc.dejar escapar vaporαφήνω τον ατμό να διαφύγει
patents.dejar extinguir la marcaαφήνω το σήμα να αποσβεσθεί
transp.dejar libre la víaελευθερώνω την γραμμή
transp.dejar libre la víaαπελευθερώνω την γραμμή
tech.dejar mezclarse el contenidoαφήνω περιεχόμενο του θαλάμου να αναμιχθεί
el.dejar sin tensión una instalaciónθέση εκτός τάσεως
transp.dejar suelta una traviesaδιαλύω τη γόμωση ενός στρωτήρα
transp.dejar suelta una traviesaξεμπουράρω έναν στρωτήρα
transp.dejar suelta una traviesaαφαιρώ τη γόμωση ενός στρωτήρα
chem.Dejar una separación entre los bloques/los palés de carga.Να υπάρχει κενό αέρος μεταξύ των σωρών/παλετών.
transp.dejar vagonesαποσυνδέω φορτηγά
transp., tech.dejarlo lo más flojo posibleδίδω τη μέγιστη χάρη
transp., tech.dejarlo lo más flojo posibleχαλαρώνω στο μέγιστο βαθμό
med.déjà entenduφαινόμενο deja entendu
med.déjà racontéφαινόμενο deja-raconte
med.déjà vuφαινόμενο deja-vu
med."déjà-vu"αίσθημα κατά το οποίο νομίζει κανείς ότι έχει ακούσει ή αντιληφθεί κάτι προηγούμενα
med.déjà vécuφαινόμενο deja-vecu
med.déjà éprouvéφαινόμενο deja-eprouve (déjà-éprouvé phenomenon)
med.ilusión epiléptica déjà vuεπιληπτική παραίσθηση του ήδη ειδωθέντος
ed., social.sc.joven que deja la escuelaαπόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
patents.la marca comunitaria deja de producir efectosτο κοινοτικό σήμα παύει να παράγει αποτελέσματα
lawla marca deja de producir sus efectosτο σήμα παύει να παράγει αποτελέσματα
agric.labor dejando las aristas redondeadasόργωμα με το οποίο οι λωρίδες τους εδάφους δε θρυμματίζονται
gen.medio que deja constancia escritaμέσο που αφήνει γραπτά ίχνη
chem.No dejar que entre en contacto con el aire.Να μην έρθει σε επαφή με τον αέρα.
comp., MSSe dejó mensaje de vozΆφησε μήνυμα φωνητικού ταχυδρομείου
lawsin dejar derechos subsistentesχωρίς να διατηρούνται δικαιώματα
health., food.ind.su médico o su farmacéutico pueden ayudarle a dejar de fumarο γιατρός σας ή ο φαρμακοποιός σας μπορούν να σας βοηθήσουν να κόψετε το κάπνισμα
health., food.ind.su médico y su farmacéutico pueden ayudarle a dejar de fumarο γιατρός σας ή ο φαρμακοποιός σας μπορούν να σας βοηθήσουν να κόψετε το κάπνισμα