DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Finances containing correcciones | all forms | exact matches only
SpanishGreek
carga financiera de la correcciónη οικονομική επιβάρυνση της διόρθωσης
coeficiente de correcciónδιορθωτικός συντελεστής
coeficiente de correcciónσυντελεστής αναπροσαρμογής
coeficiente de correcciónσυντελεστής διόρθωσης
correcciones de valor en créditos y provisión para pasivos contingentes y para compromisosδιορθώσεις της αξίας απαιτήσεων και προβλέψεις πρόβλεψη για ενδεχόμενα στοιχεία του παθητικού και για υποχρεώσεις
correcciones de valor en valores mobiliarios que tengan carácter de inmovilizaciones financieras y en participacionesδιορθώσεις της αξίας κινητών αξιών που έχουν χαρακτήρα πάγιων χρηματοπιστωτικών στοιχείων, συμμετοχών και μεριδίων σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις
corrección a la baja de las previsiones de recursos propiosδιόρθωση προς τα κάτω των προβλέψεων των ιδίων πόρων
corrección británicaδιόρθωση υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου
corrección bursátilδιόρθωση
corrección de los desequilibrios presupuestariosδιόρθωση των δημοσιονομικών ανισορροπιών
corrección de valorπροσαρμογή αξίας
corrección de valor colectivaσυλλογική πρόβλεψη
corrección de valor específicaειδική πρόβλεψη
corrección de valor sobre valor mobiliarioδιόρθωση της αξίας κινητών αξιών
corrección del déficit excesivoδιόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος
corrección en favor del Reino Unidoδιόρθωση υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου
corrección por inflaciónδιόρθωση λόγω πληθωρισμού
corrección presupuestariaμείωσητου προϋπολογισμού
corrección técnicaτεχνική διόρθωση
factor de correcciónσυντελεστής αναπροσαρμογής
factor de correcciónσυντελεστής διόρθωσης
factor de corrección del ecuδιορθωτικός συντελεστής που εφαρμόζεται στο ECU
sistema de corrección de los equilibrios presupuestariosσύστημα διόρθωσης των δημοσιονομικών ανισορροπιών