Subject | Spanish | Greek |
market. | activo amortizado de manera lineal | στοιχείο ενεργητικού που αποσβέννυται με βάση γραμμική απόσβεση |
fin. | activo apropriado para las operaciones de política monetaria de inyección de liquidez del SEBC | ασφάλεια επιλέξιμη προς χρήση στις πράξεις του ΕΣΚΤ για την παροχή ρευστότητας |
fin. | activo de fácil accesibilidad | περιουσιακό στοιχείο εύκολα ρευστοποιήσιμο |
fin. | activo de fácil accesibilidad | περιουσιακό στοιχείο που επιτρέπει την πρόσβαση |
fin. | activo de fácil accesibilidad | περιουσιακό στοιχείο ευχερώς προσπελάσιμο |
fin. | activo de garantía | ασφάλεια |
fin. | activo de garantía | μέσον εξασφαλιστικό των απαιτήσεων |
fin. | activo de garantía | πρόσθετη ασφάλεια |
econ., fin. | activo de garantía | αποδεκτό περιουσιακό στοιχείο |
fin. | activo de la lista "dos" | Περιουσιακό στοιχείο δεύτερης βαθμίδας |
fin. | activo de la lista "uno" | Περιουσιακό στοιχείο πρώτης βαθμίδας |
econ. | activo de los bancos | περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών |
fin. | activo de reserva principal | κύριο αποθεματικό στοιχείο |
fin. | activo libre de riesgo | στοιχείο ενεργητικού χωρίς κίνδυνο |
market. | activo neto de la empresa | καθαρό ενεργητικό της επιχείρησης |
econ. | activo neto en caso de liquidación | καθαρά περιουσιακά στοιχεία σε περίπτωση εκκαθάρισης |
market. | activo sensible a las variaciones de los tipos de interés | στοιχείο ενεργητικού ευαίσθητο στις διακυμάνσεις των επιτοκίων |
coal., met. | Activos del Fondo de Investigación del Carbón y del Acero | Πόροι του Ταμείου Έρευνας για τον Άνθρακα και τον Χάλυβα |
gov. | activos del fondo de pensiones | περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου συντάξεως |
fin. | activos financieros que componen las reservas obligatorias de las instituciones de crédito | χρηματοπιστωτικά στοιχεία των υποχρεωτικών αποθεματικών των πιστωτικών ιδρυμάτων |
market. | activos ponderados en función de su riesgo | στοιχεία σταθμισμένα κατά τον κίνδυνο του ενεργητικού |
econ. | activos transferibles expresados en moneda nacional a los que se reconoce el carácter de depósito | μεταβιβάσιμα στοιχεία ενεργητικού εκφρασμένα σε εθνικό νόμισμα τα οποία θεωρούνται καταθέσεις |
econ. | activos y pasivos financieros correspondientes a saldos consolidados de compensación | απαιτήσεις και υποχρεώσεις που αντιστοιχούν σε ενοποιημένα υπόλοιπα clearing |
stat. | activos y pasivos frente al exterior de la administración central | στοιχεία ενεργητικού και παθητικού της κεντρικής διοίκησης σε συνάλλαγμα |
stat. | activos y pasivos frente al exterior de la economía | στοιχεία ενεργητικού και παθητικού της εθνικής οικονομίας σε συνάλλαγμα |
stat. | activos y pasivos frente al exterior de las instituciones de crédito | στοιχεία ενεργητικού και παθητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων σε συνάλλαγμα |
account. | adquisciones menos cesiones de activos fijos materiales | αγορές μείον πωλήσεις υλικών παγίων περιουσιακών στοιχείων |
account. | adquisciones menos cesiones de terrenos y otros activos materiales no producidos | αγορές μείον πωλήσεις γης και λοιπών υλικών μη παραχθέντων περιουσιακών στοιχείων |
account. | adquisiciones de activos fijos inmateriales existentes | αγορές υπαρχόντων άυλων παγίων περιουσιακών στοιχείων |
account. | adquisiciones de activos fijos materiales existentes | αγορές υπαρχόντων υλικών παγίων περιουσιακών στοιχείων |
account. | adquisiciones de activos fijos materiales nuevos | αγορές νέων υλικών παγίων περιουσιακών στοιχείων |
account. | adquisiciones de terrenos y otros activos materiales non producidos | αγορές γης και λοιπών υλικών μη παραχθέντων περιουσιακών στοιχείων |
account. | agotamiento de activos económicos naturales | εξάντληση φυσικών οικονομικών περιουσιακών στοιχείων |
fin. | ampliación de capital por aportación de activos | αύξηση κεφαλαίου με εισφορά σε είδος |
fin. | anulación de deudas a cambio de un activo financiero | σχέδιο μείωσης του χρέους |
market. | auditoría de los activos | έλεγχος των περιουσιακών στοιχείων |
econ. | aumento de los activos | αύξηση των απαιτήσεων |
account. | aumentos del valor de los activos no financieros no producidos , | προσθήκες στην αξία μη παραχθέντων μη χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων |
fin., fish.farm. | ayuda para la modernización de buques en activo | ενισχύσεις για τον εκσυχρονισμό των εν ενεργεία σκαφών |
social.sc., sociol., sec.sys. | Año Europeo del Envejecimiento Activo y de la Solidaridad Intergeneracional | Ευρωπαϊκό έτος για την ενεργό γήρανση και την αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών |
fin. | balance financiero del activo y pasivo de la Unión | δημοσιονομικός ισολογισμός περί του ενεργητικού και του παθητικού της Ένωσης |
econ., invest. | burbuja del precio de los activos | φούσκα των τιμών των περιουσιακών στοιχείων |
econ., invest. | burbuja del precio de los activos | υπερβολική διόγκωση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων |
fin. | calidad de los activos | ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων |
fin. | calidad de los activos | ποιότητα στοιχείων ενεργητικού |
fin. | cambio de composición de los activos de reserva | μεταβολή στη σύνθεση των ρευστών αποθεματικών στοιχείων |
account. | cambios de clasificación de los activos y pasivos | μεταβολές της ταξινόμησης περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων εκτός από νομισματοποίηση/απονομισματοποίηση χρυσού |
account. | cambios de clasificación de los activos y pasivos distintos de la monetización/desmonetización del oro | μεταβολές της ταξινόμησης και της δομής |
environ. | Carbón activo procedente de la producción de cloro | Ενεργός άνθρακας από την παραγωγή χλωρίου |
environ. | Carbón activo usado procedente del tratamiento de gases | Εξαντλημένος ενεργός άνθρακας από κατεργασία καυσαερίου |
busin., labor.org., account. | cargas correspondientes a la amortización de la prima de los activos adquiridos por encima de la cantidad pagadera al vencimiento | έξοδα που αντιστοιχούν στην κλιμακωτή απόσβεση των ποσών που προκύπτουν από την κτήση στοιχείων του ενεργητικού με τίμημα ανώτερο του πληρωτέου κατά τη λήξη |
account. | cesiones de activos fijos immateriales existentes | πωλήσεις υπαρχόντων άυλων περιουσιακών στοιχείων |
account. | cesiones de activos fijos materiales existentes | πωλήσεις υπαρχόντων υλικών περιουσιακών στοιχείων |
account. | cesiones de terrenos y otros activos materiales no producidos | πωλήσεις γης και λοιπών υλικών μη παραχθέντων περιουσιακών στοιχείων |
account. | clasificación de los activos económicos | Ταξινόμηση οικονομικών περιουσιακών στοιχείων |
account. | clasificación de los activos financieros y los pasivos. | Ταξινόμηση χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων |
invest., account. | coeficiente de rotación de activos | Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Ενεργητικού |
fin. | comisión de gestión de activos conforme a la regla 12b-1 | 12b-1 τέλη βάσει ενεργητικού |
fin. | comisión de gestión de activos conforme a la regla 12b-1 | 12b-1 προμήθειες βάσει ενεργητικού |
fin. | Comité de gestión de activo-pasivo | επιτροπή διαχείρισης ενεργητικού-παθητικού |
market., fin. | Comité de perfeccionamiento activo | Eπιτροπή Tελειοποιήσεως προς Eπανεξαγωγή |
market., fin. | Comité de perfeccionamiento activo | Eπιτροπή Tελειοποίησης για Eπανεξαγωγή |
fin. | congruencia de los activos | νομισματική αντιστοιχία |
econ. | contabilización de la transmisión de activos financieros | καταχώρηση της μεταβίβασης των χρηματοπιστωτικών απαιτήσεων |
econ. | contabilización de las transmisiones de activos financieros | καταχώρηση των μεταβιβάσεων των χρηματοπιστωτικών απαιτήσεων |
law, market. | convertir los activos de la sociedad en dinero | ρευστοποιώ το ενεργητικό εταιρείας |
demogr. | cooperación de innovación europea sobre el envejecimiento activo y saludable | πιλοτική ευρωπαϊκή σύμπραξη καινοτομίας με θέμα την ενεργό και υγιή γήρανση |
busin., labor.org., account. | correcciones de valor en los elementos del activo | διορθώσεις της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού |
econ., fin. | coste de reestructuración de los activos | κόστος αναδιάρθρωσης των περιουσιακών στοιχείων |
market. | coste de reposición del activo | κόστος αντικατάστασης στοιχείου ενεργητικού |
econ. | criterio de clasificación de los activos financieros | κριτήριο για την ταξινόμηση των χρηματοπιστωτικών απαιτήσεων |
account. | cuenta de otras variaciones de los activos | λογαριασμός λοιπών μεταβολών των περιουσιακών στοιχείων |
account. | cuenta exterior de otras variaciones de los activos | εξωτερικός λογαριασμός λοιπών μεταβολών των περιουσιακών στοιχείων |
gen. | cuerpo activo de la policía nacional | σώμα της εθνικής αστυνομίας |
med. | cultivo ilegal de plantas que contienen los principios activos de los estupefacientes | παράνομη καλλιέργεια φυτών που περιέχουν τα κύρια συστατικά των ναρκωτικών |
health., agric. | cultivo ilícito de plantas que contienen los principios activos de los estupefacientes | παράνομη καλλιέργεια φυτών που περιέχουν τα ενεργά συστατικά των ναρκωτικών |
fin. | decisión de asignación de activos | απόφαση τοποθέτησης ενεργητικού |
fin. | decisión de asignación de activos | απόφαση επιμερισμού ενεργητικού |
econ., fin. | degradación de la calidad de los activos | ποιοτική υποβάθμιση των στοιχείων του ενεργητικού |
fin. | depositario de los activos | θεματοφύλακας των στοιχείων του ενεργητικού |
econ., account. | depreciación de activos | απόσβεση |
econ. | derecho de propiedad sobre el activo neto | δικαιώματα ιδιοκτησίας επί των καθαρών περιουσιακών στοιχείων |
law, immigr. | derecho de sufragio activo de los extranjeros | δικαίωμα ψήφου των αλλοδαπών |
law, immigr. | derecho de sufragio activo de los extranjeros | δικαίωμα του εκλέγειν των αλλοδαπών |
h.rghts.act. | derecho de sufragio activo y pasivo en las elecciones municipales | έχω το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές |
econ., fin. | deterioración de la calidad de los activos | ποιοτική υποβάθμιση των στοιχείων του ενεργητικού |
UN | directrices sobre uso de activos militares y de defensa civil en operaciones de socorro ante desastres | Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη χρήση στρατιωτικών πόρων και πόρων πολιτικής άμυνας για την αντιμετώπιση καταστροφών |
gen. | dispositivo de toma de muestras de iodo en cartucho de carbón activo | διάταξη δειγματοληψίας ιωδίου με φυσίγγιο ενεργού άνθρακα |
el. | el pico de la curva anódica se corresponde con la corriente máxima en estado activo | η κορυφή της ανοδικής καμπύλης αντιστοιχεί στο μέγιστο ρεύμα στην ενεργό κατάσταση |
busin., labor.org., account. | elementos de las partidas del activo y del pasivo | περιεχόμενο των λογαριασμών ενεργητικού και παθητικού |
econ., fin. | estar interesado en la cesión de activos | ωφελούμαι από τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων |
environ. | evaluación de los activos del medio natural | αποτίμηση φυσικών πόρων |
law, fin. | exención de restricciones sobre los activos | απαλλαγή των περιουσιακών στοιχείων από περιορισμούς |
earth.sc. | factor de mérito de un sonar activo | συντελεστής ποιότητας ενεργού σόναρ |
el. | filtro activo de semiconductores | ενεργό φίλτρο από ημιαγωγούς |
transp., ecol., mech.eng. | filtro de carbón activo | κάνιστρο ενεργού άνθρακα |
el. | filtro RC activo de tres polos | ενεργό φίλτρο RC με τρεις πόλους |
fin. | fondo de asignación de activos | μικτό αμοιβαίο κεφάλαιο |
fin. | fondo de inversión en activos del mercado monetario | αμοιβαίο κεφάλαιο βραχυπρόθεσμων επενδύσεων |
fin. | fondo mancomunado de activos | ομάδα στοιχείων ενεργητικού |
fin. | fondos de intervención en activos del mercado de futuro | αμοιβαίο κεφάλαιο επενδεδυμένο σε futures |
account. | gastos asociados a las transferencias de propiedad de los activos no financieros no producidos | κόστη μεταβίβασης ιδιοκτησίας μη παραχθέντων μη χρηματωπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων |
fin., account. | grado de liquidez de un activo financiero | βαθμός ρευστότητας χρηματοπιστωτικής απαίτησης |
tax. | impuesto sobre la plusvalía de activos | φόρος υπεραξίας κεφαλαίων |
econ., tax. | incorporación de los activos a un establecimiento permanente | προσάρτηση του ενεργητικού σε μόνιμη εγκατάσταση |
econ. | incremento de activos a la vista expresados en la moneda nacional de la unidad que gira | αύξηση των απαιτήσεων όψης στο εθνικό νόμισμα των μονάδων που πραγματοποιούν αναλήψεις |
market., fin. | incremento de las partidas del activo | αύξηση του ενεργητικού |
market., fin. | incremento de las partidas del activo | αύξηση |
market., fin. | incremento de los activos | αύξηση |
market., fin. | incremento de los activos | αύξηση του ενεργητικού |
fin. | inembargabilidad de los activos | ασυλία των στοιχείων του ενεργητικού έναντι καταναγκαστικών μέτρων |
market., fin. | inflación específica de los activos | συγκεκριμένος πληθωρισμός για στοιχείο ενεργητικού |
market., fin. | inflación específica de los activos | πληθωρισμός που αντιστοιχεί σε στοιχείο ενεργητικού |
market., fin. | inflación específica de los activos | ενεργητικό πληθωρισμού |
pharma. | informe periódico de seguridad sobre un solo principio activo | περιοδική επικαιροποιημένη έκθεση για την ασφάλεια μιας μοναδικής ουσίας |
pharma. | informe periódico de seguridad sobre un solo principio activo | έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειας μιας μοναδικής ουσίας |
market. | ingreso procedente de inversión en activo fijo | εισόδημα από επένδυση παγίου ενεργητικού |
econ., fin. | liquidación de los activos transferidos | ρευστοποίηση των μεταβιβασθέντων περιουσιακών στοιχείων |
fin. | lista nacional de los activos del tipo 2 | εθνικός κατάλογος περιουσιακών στοιχείων δεύτερης βαθμίδας |
fin. | localización de los activos | τόπος των στοιχείων του ενεργητικού |
med. | localización de los activos | εντοπισμός των στοιχείων ενεργητικού |
market. | margen neto de rendimiento del promedio de los activos productivos | καθαρό περιθώριο επιτοκίου επί του μέσου όρου των προϊόντων |
comp., MS | migración de buzón activo | μετεγκατάσταση ενεργών γραμματοκιβωτίων |
econ. | momento de la primera transferencia del activo financiero | χρονική στιγμή που πραγματοποιείται η πρώτη μεταβίβαση μιας απαίτησης |
gen. | naturaleza de los activos | φύση των στοιχείων ενεργητικού |
pharma. | Nota de orientación sobre la química de los nuevos ingredientes activos y excipientes | καθοδηγητικό σημείωμα σχετικά με τη χημική σύνθεση νέων δραστικών συστατικών και εκδόχων |
market. | ordenada realización de los activos | εύρυθμη αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων |
account. | otras variaciones de los activos | λοιπές μεταβολές περιουσιακών στοιχείων |
account. | otras variaciones del volumen de los activos financieros y pasivos n.c.o.p. | λοιπές μεταβολές του όγκου χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων π δ κ α |
account. | otras variaciones del volumen de los activos no financieros n.c.o.p. | λοιπές μεταβολές του όγκου μη χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων π δ κ α |
el. | periodo activo de la línea | περίοδος ενεργητικής γραμμής |
fin., polit. | Plataforma para la recuperación de infraestructura y la protección de activos | πλατφόρμα υποστήριξης της υποδομής και των περιουσιακών στοιχείων |
social.sc. | política de envejecimiento activo | πολιτική παράτασης του επαγγελματικού βίου |
commun., IT | procesadores maestros activos de control de la estación | ενεργοί επιτελείς επεξεργαστές ελέγχου σταθμοτόπου |
commun., IT | procesadores maestros activos de control de reserva de la estación | εφεδρικοί ενεργοί επιτελείς επεξεργαστές ελέγχου σταθμοτόπου |
fin. | producto de la cesión de activos | προϊόν της διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων |
fin., ed. | Programas específicos comunes relativos al perfeccionamiento activo,a la admisión temporal y al tránsito,en materia de formación profesional de los funcionarios de aduanas | Ειδικά κοινά προγράμματα για την επαγγελματική κατάρτιση των τελωνειακών υπαλλήλων σχετικά με την ενεργητική τελειοποίηση,την προσωρινή εισαγωγή και τη διαμετακόμιση |
gen. | protector de oído "activo" | ενεργό αντιθορυβικό κράνος |
transp. | punto activo de la palanca | θέσεις της βελόνας του χειριστηρίου |
transp. | punto activo de la palanca | εγκοπή λειτουργίας του μοχλού |
comp., MS | punto de actualización de software activo | ενεργό σημείο ενημέρωσης λογισμικού |
fin. | reajuste del valor de los activos del Fondo en una moneda | αναπροσαρμογή της αξίαςτων μετοχών του Tαμείουσε ένα ορισμένο νόμισμα |
econ., fin. | recompra de los activos disociados | εξαγορά των διαχωρισθέντων περιουσιακών στοιχείων |
crim.law. | recuperación de activos | ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων προϊόντων εγκλήματος |
crim.law. | recuperación de activos | ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων |
crim.law., social.sc. | Red Interinstitucional de Recuperación de Activos de Camden | δίκτυο του Camden που συνδέει τις υπηρεσίες ανάκτησης των περιουσιακών στοιχείων |
econ., fin. | reestructuración de los activos | αναδιάρθρωση των στοιχείων ενεργητικού |
law | reestructuración mediante la permuta de activos | αναδιάρθρωση μέσω της ανταλλαγής παγίων |
econ., fin. | reevaluación financiera de los activos | οικονομική επανεκτίμηση των περιουσιακών στοιχείων |
gen. | registro como variaciones de activos/pasivos financieros | καταχωρήσεις σαν μεταβολές των χρηματοπιστωτικών απαιτήσεων/υποχρεώσεων |
market. | rendimiento del promedio de los activos | απόδοση μέσου όρου κερδών |
busin., labor.org., account. | rendimientos procedentes de la periodificación correspondiente de la prima de los activos adquiridos por debajo de la cantidad pagadera al vencimiento | έσοδα που προκύπτουν όταν υπαχθούν κλιμακωτά στο οικονομικό αποτέλεσμα τα ωφελήματα που απορρέουν από την κτήση στοιχείων του ενεργητικού με καταβολή ποσού κατώτερη από το πληρωτέο κατά τη λήξη |
fin. | renovación de activos | ανανέωση ενεργητικού |
econ., fin. | rentabilidad sobre los activos de balance | αποδοτικότητα των στοιχείων ενεργητικού του ισολογισμού |
econ. | rentas de la propiedad de activos inmateriales | εισόδημα που προέρχεται από την κατοχή άυλων αγαθών |
econ. | rentas de la tierra y de activos inmateriales | έγγειος πρόσοδος και εισόδημα από άυλα αγαθά |
fin. | revalorización de un activo | ανατίμηση κεφαλαίου |
fin. | revisión de la calidad de los activos | έλεγχος της ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού |
cust., tax. | régimen de suspensión del perfeccionamiento activo | καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή σύστημα αναστολής |
econ., tax. | régimen fiscal común de las fusiones, escisiones y aportaciones de activos | κοινό φορολογικό καθεστώς συγχωνεύσεων,διασπάσεων και εισφορών στοιχείων ενεργητικού |
econ. | saldo de activos y pasivos financieros con el resto del mundo | καθαρή μεταβολή των χρηματοοικονομικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων απέναντι στην αλλοδαπή |
econ. | saldo de flujos relativos a los activos en forma de DEG | υπόλοιπο των ροών που αφορούν απαιτήσεις σε μορφή ΕΤΔ |
econ. | saldos de activos y pasivos financieros de los diferentes sectores de la economía nacional | καθαρές μεταβολές των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων όλων των άλλων τομέων της εθνικής οικονομίας |
fin. | seguimiento de activos | εντοπισμός περιουσιακών στοιχείων |
el. | sistema activo amortiguador de la nutación | ενεργητικό σύστημα απόσβεσης κλόνησης |
commun. | sistema activo de determinación de la distancia por eco | ενεργητικό σύστημα μέτρησης αποστάσεως μέσω της ηχούς |
gen. | sistema de control de los neutrones activos | σύστημα επιτήρησης ενεργών νετρονίων |
IT | Sistema de Gestión de Bases de Datos activo | ενεργό σύστημα διαχείρισης βάσης δεδομένων |
IT | Sistema de Gestión de Bases de Datos activo | ενεργό DBMS |
fin. | sistema de pagos multilaterales en activos | σύστημα πολυμερών διακανονισμών επί στοιχείων ενεργητικού |
gen. | sociedad de gestión de activos | εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων |
gen. | sociedad de gestión de activos | εταιρεία διαχείρισης χαρτοφυλακίου |
gen. | sociedad de gestión de activos | εταιρεία διαχείρισης |
fin. | sociedades vehiculares de pagarés de empresa respaldados por activos | ιδιωτικά χρεώγραφα καλυμμένα με περιουσιακά στοιχεία |
fin. | sociedades vehiculares de pagarés de empresa respaldados por activos | όχημα τιτλοποίησης τύπου ABCP |
account. | stocks de activos fijos | αποθέματα παγίων περιουσιακών στοιχείων |
fin. | swap de activos | ανταλλαγή επιτοκίων που αφορούν στοιχεία ενεργητικού αντί του παθητικού |
commun. | tiempo de mantenimiento preventivo activo | πραγματική διάρκεια προληπτικής συντήρησης |
commun. | tiempo de reparación activo | πραγματικός χρόνος επισκευής |
IT, dat.proc. | tipo de documento activo | ενεργός τύπος εγγράφου |
IT, dat.proc. | tipo de documento activo | δήλωση ενεργού τύπου εγγράφου |
IT, dat.proc. | tipo de enlace activo | ενεργός τύπος ζεύξης |
IT, dat.proc. | tipo de enlace activo | δήλωση ενεργού τύπου ζεύξης |
account. | trabajos en curso de activos cultivados | συνεχιζόμενες εργασίες σε καλλιεργούμενα περιουσιακά στοιχεία |
econ. | transferencia de activos exteriores de reserva al BCE | μεταβίβαση συναλλαγματικών διαθεσίμων στην ΕΚΤ |
fin. | valor de activo | αξία ενεργητικού |
fin. | valor de los activos a costes corrientes | τρέχον κόστος αξιών ενεργητικού |
fin., account. | valor neto de los activos | καθαρή αξία ενεργητικού |
fin., account. | valor neto de los activos | επανεκτιμηθέν καθαρό ενεργητικό |
fin. | valor neto de los activos por acción | καθαρή αξία ενεργητικού ανά μετοχή |
fin. | valor neto de los activos por acción ordinaria | καθαρή αξία ενεργητικού ανά κοινή μετοχή |
econ., fin., insur. | valoración de los activos | αποτίμηση στοιχείων του ενεργητικού |
market., commun. | valoración de los activos en valor corriente | αποτίμηση στοιχείων ενεργητικού του δικτύου σε τρέχουσα αξία |
account. | valores contables de los elementos de activo cedidos | λογιστική αξία πωληθέντων στοιχείων |
account. | variaciones de activos y pasivos debidas a acontecimientos excepcionales e imprevistos | μεταβολές περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων λόγω εξαιρετικών,απροσδόκητων γεγονότων |
account. | variaciones de los activos, los pasivos y el patrimonio neto | μεταβολές περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης |
econ., fin. | volatilidad del valor de los activos | ασταθής αξία των περιουσιακών στοιχείων |
invest., account. | índice de rotación de activos | Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Ενεργητικού |