DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Law containing Grupo | all forms | exact matches only
SpanishGreek
actividad delictiva general del grupoγενική εγκληματική δραστηριότητα της ομάδας
apoyo financiero mutuo dentro del grupoαμοιβαία χρηματοοικονομική υποστήριξη εντός του ομίλου
Comité de aplicación del programa de acción comunitario para prevenir y combatir la violencia ejercida sobre los niños, los jóvenes y las mujeres y proteger a las víctimas y grupos de riesgo Daphne IIΕπιτροπή για την εφαρμογή του προγράμματος κοινοτικής δράσης σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου Δάφνη II
compensación íntegra de las pérdidas dentro del grupo de empresasπλήρης συμψηφισμός των ζημιών στον όμιλο των επιχειρήσεων
contrato de grupoσύμβαση ομαδικής εργασίας
ejercicio en grupoσυλλογική άσκηση του επαγγέλματος
financiación transfronteriza en el interior de los gruposδιασυνοριακή χρηματοδότηση εντός των ομίλων
Grupo ad hoc "Exequátur"Ομάδα ad hoc "exequatur"
Grupo ad hoc "Inmigración"Ομάδα ad hoc "Μετανάστευση"
Grupo Consultivo JurídicoΝομική Συμβουλευτική Ομάδα
Grupo Consultivo para las Fiscalías de Europa SudorientalΣυμβουλευτική Ομάδα Εισαγγελέων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης
grupo "Cooperación judicial civil"ομάδα "δικαστική συνεργασία σε θέματα αστικού δικαίου"
Grupo de Acción Financiera Internacionalειδική ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης
Grupo de Acción Financiera InternacionalΟμάδα Διεθνούς Χρηματοπιστωτικής Δράσης
Grupo de Acción Financiera Internacional sobre el blanqueo de capitalesειδική ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης
Grupo de Acción Financiera Internacional sobre el blanqueo de capitalesΟμάδα Διεθνούς Χρηματοπιστωτικής Δράσης
Grupo de alto nivel contra la delincuencia organizadaομάδα υψηλού επιπέδου κατά της οργανωμένης εγκληματικότητας
grupo de aprendicesμαθητευόμενο δυναμικό
grupo de arbitrajeεπιτροπή διαιτησίας
Grupo de cooperación judicialομάδα δικαστικής συνεργασίας
Grupo de cooperación judicial civilομάδα "δικαστική συνεργασία σε θέματα αστικού δικαίου"
Grupo de coordinadores sobre la libre circulación de personasομάδα συντονιστών "Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων"
grupo de empresa de dimensión comunitariaκοινοτικής κλίμακας όμιλος επιχειρήσεων
grupo de empresasόμιλος επιχειρήσεων
grupo de empresas de dimensión comunitariaόμιλος επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας
grupo de empresas residentesόμιλος επιχειρήσεων εγκατεστημένων σε έδαφος ενός κράτους
Grupo de expertos del pacto de preadhesiónομάδα εμπειρογνωμόνων του προενταξιακού συμφώνου
Grupo de expertos "Droga"ομάδα εμπειρογνωμόνων για τα ναρκωτικά
Grupo de Informática Jurídica del ConsejoΟμάδα νομικής πληροφορικής του Συμβουλίου
Grupo de las Partesομάδα συμβαλλομένων μερών
grupo de los ejecutivosστελεχικό δυναμικό
grupo de mandos intermediosμεσαίο στελεχικό δυναμικό
grupo de presiónομάδα συμφερόντων
Grupo de Prevención de ConflictosΟμάδα "Πρόληψη κρίσεων"
Grupo de protección de las personas en lo que respecta al tratamiento de datos personalesομάδα προστασίας των προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Grupo de protección de las personas en lo que respecta al tratamiento de datos personalesομάδα εργασίας για την προστασία του ατόμου όσον αφορά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων
grupo de protección de las personas físicas en lo que respecta al tratamiento de datos personalesομάδα εργασίας για την προστασία του ατόμου όσον αφορά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων
grupo de protección de las personas físicas en lo que respecta al tratamiento de datos personalesομάδα προστασίας των προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
grupo de sociedadesόμιλος επιχειρήσεων
Grupo de Trabajo Consultivo de Alto Nivel Grupo Mandelkern sobre la calidad de la legislaciónΟμάδα Mandelkern σχετικά με τη διοικητική απλούστευση
Grupo de trabajo multidisciplinario sobre la delincuencia organizadaπολυτομεακή ομάδα για το οργανωμένο έγκλημα
Grupo de trabajo multidisciplinario sobre la delincuencia organizadaπολυεπιστημονική ομάδα εργασίας για το οργανωμένο έγκλημα
Grupo de trabajo para la aplicación de las normas de competenciaΟμάδα εργασίας για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού
Grupo de trabajo sobre asuntos políticos y jurídicosΟμάδα Εργασίας "Πολιτική/Νομική"
grupo de trabajo sobre informática jurídicaομάδα "Νομική Πληροφορική"
Grupo de trabajo sobre los asuntos jurídicosΟμάδα Εργασίας "Νομική"
Grupo Director IIδιευθύνουσα ομάδα ΙΙ
grupo especial de solución de controversiasειδική επιτροπή για την επίλυση διαφορών
grupo especial interservicios sobre estadísticas detalladas de preciosδιυπηρεσιακή ειδική ομάδα για λεπτομερείς στατιστικές τιμών.
grupo especial Policíaειδική ομάδα αστυνομίας
grupo IIστάδιο ΙΙ
grupo IIIστάδιο ΙΙΙ
grupo "Informática jurídica"ομάδα "Νομική Πληροφορική"
Grupo MandelkernΟμάδα Mandelkern σχετικά με τη διοικητική απλούστευση
Grupo Mandelkern sobre la calidad de la legislaciónΟμάδα Mandelkern σχετικά με τη διοικητική απλούστευση
Grupo multidisciplinar "Delincuencia organizada"πολυεπιστημονική ομάδα εργασίας για το οργανωμένο έγκλημα
Grupo multidisciplinar "Delincuencia organizada"πολυτομεακή ομάδα για το οργανωμένο έγκλημα
Grupo multidisciplinar sobre delincuencia organizadaΠολυτομεακή ομάδα για το οργανωμένο έγκλημα
Grupo "Policía y Justicia"Ομάδα "Αστυνομία και δικαιοσύνη"
grupo profesionalεπαγγελματική ομάδα
grupo terroristaτρομοκρατική ομάδα
grupo técnicoτεχνικό στελεχικό δυναμικό
grupo técnicoστελεχικό δυναμικό
Grupo VeilΟμάδα Βέιλ
Grupo VeilΟμάδα Veil
grupos individuales de productosμεμονωμένη ομάδα προϊόντων
jefe de grupoαρχηγός μιας ομάδας
no imputabilidad al Parlamento de las actuaciones de los grupos políticosμη καταλογισμός στο Κοινοβούλιο των ενεργειών των πολιτικών ομάδων
salario a destajo de grupoσυμφωνημένη συλλογική αμοιβή για εργασία κατ'αποκοπή
trabajo en grupoομαδική εργασία