French | Greek |
abaissement de l'âge de la retraite anticipée | μείωση του ορίου ηλικίας πρόωρης συνταξιοδότησης |
absorber la chaleur incidente par sublimation d'un solide | απορρόφηση της προσπίπτουσας θερμότητας με εξάχνωση κάποιου στερεού |
accompagner le plan social | συνοδευτικό μέτρο των κοινωνικών σχεδίων |
accompagner les réductions d'effectifs | συνοδευτικό μέτρο των μειώσεων του προσωπικού |
accord sur la sécurité de l'emploi | συμφωνία για την διασφάλιση των θέσεων εργασίας |
accord sur la technologie et la sécurité de l'emploi | συμφωνία σχετικά με την τεχνολογία και την ασφάλεια της απασχόλησης |
acompte sur le salaire | προκαταβολή μισθού |
acteur de la formation professionnelle | φορέας επαγγελματικής κατάρτισης |
Action communautaire concernant l'analyse, la recherche, la coopération et l'action de la Commission dans le domaine de l'emploi | Κοινοτική δράση σχετικά με την ανάλυση, την έρευνα, τη συνεργασία και τη δράση της Επιτροπής στον τομέα της απασχόλησης |
action sur les malléoles | δράση πάνω στους αστραγάλους |
age limite pour la retraite | όριο συνταξιοδότησης |
age limite pour la retraite | ηλικία συνταξιοδότησης |
agenda social pour le transport maritime | κοινωνικό θεματολόγιο για τις θαλάσσιες μεταφορές |
Alliance pour l'emploi, la formation et la compétitivité | συμμαχία για την απασχόληση |
altération de la fonction de protection due au vieillissement | μεταβολή των προστατευτικών ιδιοτήτων λόγω παλαίωσης |
appareil captant les poussières par sédimentation | δειγματολήπτης σκόνης με "οριζόντιο" επιλογέα-ταξινομητή |
appareil captant les poussières par sédimentation | δειγματολήπτης σκόνης με "κατακόρυφο" επιλογέα-ταξινομητή |
appareil filtrant contre les poussières radio-actives | συσκευή που συγκρατεί τις ραδιενεργές σκόνες |
approche préventive de la sécurité | προληπτική προσέγγιση της ασφάλειας |
appui étanche de la pièce faciale sur le visage | στεγανή υποστήριξη των σημείων που εφάπτονται στο πρόσωπο |
assurer la poursuite régulière de l'activité | παρέχω εχέγγυα για την περαιτέρω νόμιμη άσκηση της δραστηριότητας |
astreintes sur le lieu de travail ou à domicile | υποχρέωση επιφυλακής στον τόπο εργασίας ή στην οικία |
augmenter les contributions des travailleurs | αύξηση των συνεισφορών των εργαζομένων |
botte de protection contre les vibrations | μπότες για προστασία από τους κραδασμούς |
cadre de qualité pour les stages | ποιοτικό πλαίσιο για τις περιόδους άσκησης |
cadre de qualité pour les stages | πλαίσιο ποιότητας για την πρακτική άσκηση |
centre européen d'information sur la sous-traitance | ευρωπαϊκό κένρο πληροφοριών για την υπεργολαβία |
cesser le travail | διακόπτω την εργασία |
charte de la diversité en entreprise | Χάρτης ποικιλομορφίας |
chaussure de protection contre le froid | υποδήματα για προστασία από το κρύο |
clause de redressement progressif de l'âge de la retraite | συμφωνία για προοδευτική αύξηση του ορίου ηλικίας πρόωρης συνταξιοδότησης |
code de pratique en matière de protection de la dignité de la femme et de l'homme au travail | κώδικας δεοντολογίας για την προστασία της αξιοπρέπειας των ανδρών και των γυναικών στο εργασιακό περιβάλλον |
Comité international pour les radiations non ionisantes | διεθνής επιτροπή για τις μη ιοντίζουσες ακτινοβολίες |
Comité pour la reconnaissance des qualifications professionnelles | Επιτροπή αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων |
Commission mixte pour l'harmonisation des conditions de travail dans la sidérurgie | μεικτή επιτροπή για την εναρμόνιση των συνθηκών εργασίας στη σιδηρουργία |
Commission mixte pour l'harmonisation des conditions de travail dans la sidérurgie | μεικτή επιτροπή για την εναρμόνιση των συνθηκών εργασίας στη βιομηχανία του χάλυβα |
commission pour le bien-être de l'enfant | επιτροπή παιδικής ευημερίας |
commission pour les personnes âgées | επιτροπή για τους ηλικιωμένους |
compléter le revenu en cas de chômage | συμπλήρωση του εισοδήματος σε περίπτωση ανεργίας |
concentration maximale admissible dans les ambiances professionnelles | μέγιστη αποδεκτή συγκέντρωση στους εργασιακούς χώρους |
conducteur de machine à couper le tabac | χειριστής κοπτικής μηχανής καπνού |
conducteur de machine à refouler le caoutchoucB | χειριστής πρέσσας ελαστικού |
conducteur de machine à souffler le verreB | χειριστής σχηματοδοτικής μηχανής |
conducteur de machines pour la fabrication de ressorts | κατασκευαστής μεταλλικών ελατηρίων |
conducteur de presse à mouler le caoutchouc | χειριστής μηχανής χυτεύσεως ελαστικού |
Conseil d'administration de la Fondation européenne pour l'amélioration des conditions de vie et de travail | Διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας |
conseiller pour les problèmes de l'emballage | σύμβουλος βιομηχανίας συσκευασίας |
conseiller pour les problèmes de l'emballage | μηχανικός συσκευασίας |
contrôleur de la qualitéB | ελεγκτής ταπήτων |
Convention concernant l'inspection du travail dans l'industrie et le commerce | Σύμβαση "περί επιθεωρήσεως εργασίας εις την βιομηχανίαν και το εμπόριον" |
Convention concernant le travail de nuit des enfants dans l'industrie révisée | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των παίδων εν τη βιομηχανία" |
Convention concernant le travail de nuit des femmes occupées dans l'industrie révisée en 1948 | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των απασχολουμένων εν βιομηχανία γυναικών" αναθεωρημένη, 1948 |
Convention sur le travail de nuit femmes, révisée, 1948 C89 | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των απασχολουμένων εν βιομηχανία γυναικών" αναθεωρημένη, 1948 |
Convention sur le travail de nuit des enfants industrie, révisée, 1948 C90 | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των παίδων εν τη βιομηχανία" |
cours de préparation professionnelle pour les jeunes | μαθήματα επαγγελματικής προετοιμασίας για νέους |
coût de la main-d'oeuvre | κόστος της εργασίας |
coût de la main-d'oeuvre | κόστος του εργατικού δυναμικού |
coût social de la délocalisation | κοινωνικό κόστος της μετεγκατάστασης |
degré d'étanchéité de la pièce faciale | βαθμός στεγανότητας της προσωπίδας |
dimension de la tâche | διάσταση εργασίας |
dimension de la tâche | διάσταση έργου |
Direction départementale du travail et de la main-d'oeuvre | Νομαρχιακή Διεύθυνση Εργασίας και Εργατικού Δυναμικού |
dispositif permettant d'absorber la sueur | σύστημα που επιτρέπει την απορρόφηση του ιδρώτα |
droit de libre admission sur les marchés de l'emploi | δικαίωμα ελεύθερης εισόδου στις αγορές εργασίας |
durcissement dans les relations professionnelles | σκλήρυνση των επαγγελματικών σχέσεων |
durée de la vie active | οικονομικά παραγωγικός βίος |
décision de rejet de la candidature | απόφαση απόρριψης της αίτησης |
déplacement temporaire pour le compte d'un prestataire de services | προσωρινή μετακίνηση για λογαριασμό ενός φορέα παροχής υπηρεσιών |
détérioration de l'intelligibilité de la parole | επιδείνωση της δυνατότητας κατανόησης της ομιλίας |
exigence essentielle pour le déroulement de l'activité professionnelle | ουσιαστική επαγγελματική προϋπόθεση |
extension de la force obligatoire des conventions collectives | επέκταση συλλογικών συμβάσεων |
faire la relève | αντικαθιστώ φυλακή |
faire la relève | αλλάζω βάρδια |
formation " sur le tas" | επιτόπια εκπαίδευση |
frais de remorquage dans le port | τέλη ρυμουλκήσεως στο λιμένα |
Fédération des employeurs de la tonnellerie | Ομοσπονδία Εργοδοτών Βαρελοποιών |
gilet ou veste de protection contre les agressions mécaniques | γιλέκο ή ζακέτα προστασίας από τις μηχανικές προσβολές |
heures réellement effectuées pendant les périodes normales de travail | πραγματικές ώρες εργασίας κατά τη διάρκεια του κανονικού ωραρίου |
impact sur le talon du pied | πρόσκρουση πάνω στη φτέρνα |
insertion dans le monde du travail | επαγγελματική ένταξη των νέων |
inspection du travail et de la main-d'oeuvre | επιθεώρηση εργασίας |
internationalisation de la relation de travail | διεθνικοποίηση της σχέσεως εργασίας |
intervention dans les frais de transport | συμμετοχή στα έξοδα μετακινήσεων |
jours de séjour dans le bassin | ημέρες παραμονής στη νεωδόχο |
la formation et le perfectionnement professionnels | επαγγελματική εκπαίδευση και επιμόρφωση |
la libération des mouvements des travailleurs | η ελευθέρωση της διακινήσεως των εργαζομένων |
la main d'oeuvre | το εργατικό δυναμικό |
la main-d'oeuvre | εργατικό δυναμικό |
la profession pour laquelle les travailleurs en chômage ont été rééduqués | το επάγγελμα για το οποίο οι εργαζόμενοι οι ευρισκόμενοι σε ανεργία επανεκπαιδεύθησαν |
la rémunération des travailleurs | η αμοιβή των εργαζομένων |
le concours du Fonds aux frais de rééducation professionnelle | η συνδρομή του Tαμείου στα έξοδα επαγγελματικής επανεκπαιδεύσεως |
le contrat peut être conclu pour une durée déterminée ou indéterminée | η σύμβαση συνάπτεται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο |
le nombre,la rémunération et la répartition des emplois | ο αριθμός,η αμοιβή και η κατανομή των θέσεων |
le salaire ou traitement ordinaire de base ou minimum,et tous autres avantages | οι συνήθεις βασικοί ή κατώτατοι μισθοί ή αποδοχές και όλα τα άλλα οφέλη |
le salaire ou traitement ordinaire de base ou minimum,et tous autres avantages | οι συνήθεις βασικοί ή ελάχιστοι μισθοί ή αποδοχές και όλα τα άλλα οφέλη |
les administrations nationales du travail | εθνικές υπηρεσίες απασχολήσεως |
les possibilités d'emploi des travailleurs | οι δυνατότητες απασχολήσεως των εργαζομένων |
liens avec le marché du travail | διασύνδεση με την αγορά εργασίας |
lier la rémunération aux gains de productivité | σύνδεση των αμοιβών με την αύξηση της παραγωγικότητας |
lier le salaire aux performances de l'entreprise | συνδέω τους μισθούς με την απόδοση της επιχείρησης |
limitation de la liberté de mouvement | περιορισμός της ελευθερίας κινήσεων |
Livre vert sur le travail illicite | Πράσινο Βιβλίο "Παράνομη εργασία" |
loi sur la formation des salaires | νόμος περί διαμορφώσεως των μισθών |
loi sur la promotion de l'emploi | νόμος για την προώθηση της απασχόλησης |
lunettes de protection contre les rayons laser | γυαλιά προστασίας από τις ακτινοβολίες λέϊζερ |
lunettes de protection entre les rayonnements X | γυαλιά προστασίας από τις ακτινοβολίες Χ |
lutte contre les accidents | πρόληψη ατυχημάτων |
manutention manuelle de charges comportant des risques musculo-squelettiques pour les travailleurs | χειρωνακτική διακίνηση φορτίων που εμπεριέχει μυοσκελετικούς κινδύνους για τους εργαζομένους |
marchandage individuel sur les salaires | ατομική διαπραγμάτευση των μισθών |
mauvaise évacuation de la transpiration | κακή απορρόφηση της εφίδρωσης |
microclimat sous le masque | μικροκλίμα κάτω από την προσωπίδα |
moyen de protection de la peau | προστατευτικό μέσο του δέρματος |
non discrimination en raison de la nationalité | απαγόρευση διακριτικής μεταχείρισης λόγω ιθαγένειας |
nouvel arrivant sur le marché du travail | νεοεισερχόμενος στην αγορά εργασίας |
nouvel entrant dans le marché du travail | νεοεισερχόμενος στην αγορά εργασίας |
Office de l'emploi de la main-d'oeuvre | Οργανισμός Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού |
organisme d'assurance contre les accidents | οργανισμός αφάλισης ατυχημάτων |
ouvrier chargé de l'entretien ou de la réfection du soutènement | πιστολαδόρος-ξεσκαρωτής-ξυλοδέτης |
ouvrier de la confiserie industrielle | εργάτες βιομηχανίας ζαχαρωδών |
ouvrier de la fabrication d'articles en liège | κατασκευαστής ειδών από φελλό |
ouvrier de la pelleterie | εργάτης γουνοποιΐας |
paiement de la tranche indiciaire | πληρωμή τιμαριθμικού τμήματος |
participation directe dans le changement organisationnel | άμεση συμμετοχή στην οργανωτική μεταβολή |
pause dans la progression des salaires | ανάπαυλα αύξησης μισθών |
personnel au sol dans les aéroports | προσωπικό εδάφους στα αεροδρόμια |
plan d'action sur les compétences et la mobilité | σχέδιο δράσης για τις δεξιότητες και την κινητικότητα |
porion de la schistification | ελεγκτής λιθόσκονης |
poussière renfermant de la silice libre | σκόνη που περιέχει ελεύθερο οξείδιο του πυριτίου |
praticien de la formation | επαγγελματίας |
preuve de la relation de travail | απoδεικτικό στοιχείο της εργασιακής σχέσης |
prime d'accroissement de la productivité | πριμ αύξησης της παραγωγικότητας |
principe de la gestion de la sécurité | φιλοσοφία περί διαχείρισης των κινδύνων |
procédé de nettoyage préconisé par le fabricant | διαδικασία καθαρισμού συνιστώμενη από τον κατασκευαστή |
Programme d'action pour la croissance de l'emploi | Πρόγραμμα δράσης για την προώθηση της απασχόλησης |
programme sélectif de lutte contre les accidents du travail | επιλεκτικό πρόγραμμα καταπολέμησης των εργατικών ατυχημάτων |
programme visant à améliorer la sécurité, l'hygiène et la santé sur le lieu de travail, en particulier dans les petites et moyennes entreprises | Πρόγραμμα που στοχεύει στη βελτίωση της ασφάλειας, της υγιεινής και της υγείας κατά την εργασία, ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις |
projets visant la création d'activités nouvelles | σχέδια που αποσκοπούν στη δημιουργία νέων δραστηριοτήτων |
protection contre les accidents | προστασία κατά των ατυχημάτων |
protection contre les contacts épidermiques | προστασία από επαφή με το δέρμα |
protection de la tête | προστατευτικό κεφαλής |
protection des salariés contre le bruit | προστασία των μισθωτών από το θόρυβο |
Protocole de 1990 relatif à la convention concernant le travail de nuit des femmes occupées dans l'industrie révisée en 1948 | Πρωτόκολλο του 1990 στη Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας γυναικών", 1948 |
Protocole de 1990 relatif à la Convention sur le travail de nuit femmes, révisée, 1948 | Πρωτόκολλο του 1990 στη Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας γυναικών", 1948 |
précarité sur le marché du travail | προσωρινότητα της αγοράς εργασίας |
quitter le service maritime | παραιτούμαι από το πλοίο |
quitter le service maritime | εγκαταλείπω τη ναυτική υπηρεσία |
rapport de la Commission L'emploi en Europe | έκθεση της Επιτροπής |
rapport sur la sécurité du travail | έκθεση σχετικά με την εργασιακή ασφάλεια |
rapprochement dans le progrès | προσέγγιση /εναρμόνιση προς το καλύτερο |
recherches sur les professions | επαγγελματικές έρευνες |
reclassement de la main-d'oeuvre | αλλαγή της επαγγελματικής ειδίκευσης των εργαζομένων |
revaloriser les pensions | αναπροσαρμογή των συντάξεων |
rigidité transversale de la chaussure | εγκάρσια στερεότητα του υποδήματος |
réduction des temps morts nécessités par le montage des outils | μείωση των νεκρών χρόνων που απαιτούνται για την προσαρμογή των εργαλείων |
répartition des efforts de freinage sur les parties du corps | κατανομή των προσπαθειών ανάσχεσης της πτώσης στα μέρη του σώματος |
réseau d'instituts nationaux pour les conditions de travail | ομάδα ΑCTEUR |
réseau d'instituts nationaux pour les conditions de travail | δίκτυο εθνικών ιδρυμάτων για τις συνθήκες εργασίας |
satisfaction dans le travail | ικανοποίηση από την εργασία |
satisfaction dans le travail | επαγγελματική ικανοποίηση |
se retirer de la vie active | αποχωρώ από την ενεργό ζωή |
situation dans la profession | τύπος απασχόλησης |
situation dans la profession | επαγγελματική κατάσταση |
situation dans la profession | επαγγελματική θέση |
situation sur le marché du travail | κατάσταση της αγοράς εργασίας |
surbotte de protection contre la chaleur | καλύπτρα μπότας για προστασία από τη θερμότητα |
surpression dans la zone respiratoire | υπερπίεση στην αναπνευστική ζώνη |
tablier de protection contre les rayons X | ποδιά προστασίας από τις ακτινοβολίες Χ |
tenue du casque sur la tête | συγκράτηση του κράνους στο κεφάλι |
test de la qualification professionnelle | τεστ επαγγελματικού προσδιορισμού |
travail dépendant de la machine | ημιαυτοποιημένη εργασία |
trébuchement sur le dispositif de liaison | πρόσκρουση στη διάταξη σύνδεσης |
Union des industries de la Communauté européenne | ΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης |
variation de l'atténuation avec la fréquence | μεταβολή της εξασθένησης με τη συχνότητα |
vibration de tout le corps | δόνηση ολόκληρου του κορμού |
âge de la préretraite | ηλικία πρόωρης συνταξιοδότησης |
âge de la retraite différencié selon le sexe | κανονική ηλικία συνταξιοδοτήσεως που διαφέρει ανάλογα με το φύλο |
âge mobile de la retraite | δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης |
égalité de traitement dans les emplois publics | ίση μεταχείριση στις δημόσιες θέσεις απασχόλησης |
électro-mécanicien pour l'entretien et la réparation d'appareils ménagersL | ηλεκτρολόγος συσκευών οικιακής χρήσεως |
élément de pincement de la chevelure | στοιχείο σφιξίματος των μαλλιών |
équipement de protection de la peau | εξοπλισμός για την προστασία του δέρματος |
équipement de protection individuelle d'auto-défense contre les agresseurs | μέσο ατομικής προστασίαςΜΑΠγια την αυτοάμυνα σε περίπτωση απρόκλητης επίθεσης |
étanchéité au rayonnement de la monture | στεγανότητα του σκελετού στις ακτινοβολίες |
étude de la gestion de carrières | μελέτη για τη διαχείριση των σταδιοδρομιών |
étude orientée vers le monde du travail | σπουδές προσανατολισμένες προς τον κόσμο της εργασίας |
études concernant les entreprises de transport | oικovoμική μεταφoρώv |
être apte à reprendre le travail | ικανός να αναλάβω εκ νέου εργασία |