DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject Communications containing alimentation | all forms | exact matches only
FrenchGreek
alimentation axialeτροφοδότης κορυφής
alimentation axialeτροφοδότηση κορυφής
alimentation axialeτροφοδοτική κεραία κορυφής
alimentation Cutlerδιπλός τροφοδότης με διαφορά φάσης 180°
alimentation de fonctionnementπλήρης λειτουργική ισχύς
alimentation du poste d'abonnéτροφοδοσία ισχύος τηλεφωνικής συσκευής
alimentation en courant restreintσυνθήκη περιορισμένης ισχύος
alimentation en courant restreintλειτουργία σε συνθήκες περιορισμένης ισχύος
alimentation généraleγενικό τροφοδοτικό
alimentation hors serviceκατάσταση με την τροφοδοσία "εκτός"
alimentation latéraleπλευρική τροφοδοτική κεραία
alimentation latéraleπλαγίως τροφοδοτική κεραία
alimentation normaleσυνθήκη κανονικής ισχύος
alimentation par fentesδιπλός τροφοδότης με διαφορά φάσης 180°
alimentation par le secteurλειτουργία με τροφοδοσία από κύριο δίκτυο
alimentation permanente des signauxσυνεχής τροφοδοσία των σημάτων
alimentation scalaireβαθμωτός τροφοδότης
alimentation scalaireβαθμωτός σηματοτροφοδότης
alimentation simpleαπλή παροχή
alimentation traversièreδιαπεραστική τροφοδοτική κεραία
antenne Cassegrain avec alimentation excentréeκεραία κασεγκρέν με εκκεντρική τροφοδότηση
antenne lentille à microondes à alimentation par réseau d'éléments à commande de phaseφακοειδής κεραία μικροκυμάτων τροφοδοτούμενη από συμφασικά στοιχεία
antenne à deux reflecteurs avec alimentation excentréeκεραία διπλού ανακλαστήρας με εκκεντρική τροφοδότηση
avertisseur d'alimentationσυσκευή προειδοποίησης τροφοδοσίας
châssis d'alimentationικρίωμα παροχής ηλεκτρικού ρεύματος
conditions d'alimentation en service restreintσυνθήκες περιορισμένης ισχύος
conditions d'alimentation restreinteσυνθήκες περιορισμένης ισχύος
conducteur d'alimentationpower lead
cordon d'alimentation sur l'allume-cigareεμβυσματώσιμος απομονωτής φορτιστή
courant d'alimentation du microphoneτροφοδοσία πομπού
fréquence de l'alimentation électriqueσυχνότητα της τροφοδοσίας ισχύος
gain du réflecteur secondaire d'alimentationαπολαβή δευτερεύοντος κατόπτρου σηματοτροφοδότησης
gain du réflecteur secondaire d'alimentationαπολαβή δευτερεύοντος ανακλαστήρα σηματοτροφοδότησης
ligne d'alimentationτροφοδότης
ligne d'alimentationτροφοδοτικό στοιχείο
ligne d'alimentation en fréquences radioélectriquesσηματοτροφοδότης ραδιοσυχνοτήτων
ligne d'alimentation en radiofréquencesσηματοτροφοδότης ραδιοσυχνοτήτων
ligne d'alimentation à faibles pertesσηματοτροφοδότης χαμηλής απώλειας
logique de boîte d'alimentationλογικό κύκλωμα τροφοδότησης
mesures en absence d'alimentationσυνθήκη χωρίς τροφοδοσία
mesures en absence d'alimentationμετρήσεις χωρίς τροφοδοσία
module d'alimentationδομοστοιχείο τροφοδοσίας
plot d'alimentationακροδέκτης τροφοδοτικού
pont d'alimentationγέφυρα μετάδοσης
réflecteur parabolique avec alimentation décaléeπαραβολικός ανακλαστήρας με εκκεντρική τροφοδότηση
réflecteur à alimentation défocaliséeανακλαστήρας με εκκεντρική τροφοδότηση
réserve d'alimentation radioεφεδρική ενεργειακή πηγή για τον ασύρματο
réserve d'alimentation radioεφεδρική πηγή ενέργειας για την τροφοδότηση ασυρμάτου
réserve d'alimentation radioεφεδρική ενέργεια ασυρμάτου
signal d'absence d'alimentationσήμα βλάβης τροφοδοσίας
source d'alimentation 1πηγή ισχύος 1
source d'alimentation d'essaiπηγή ισχύος δοκιμής
source d'alimentation d'essai extrêmeπηγή ακραίας ισχύος δοκιμής
sources d'alimentationπηγές τροφοδοσίας ισχύος
station de répéteurs à alimentation indépendanteάμεσα τροφοδοτούμενος αναμεταδοτικός σταθμός
système d'alimentation du satelliteενεργειακό σύστημα με δορυφόρο
TE branché sur la source d'alimentation 1ΤΕ που τροφοδοτείται από πηγή ισχύος 1
tension d'alimentationτάση πηγής τροφοδοσίας
transfert d'appels réseau sur panne d'alimentationμεταφορά σε διακοπή ισχύος
transfert sur panne d'alimentationμεταφορά σε διακοπή ισχύος
équipement d'alimentation électriqueηλεκτρικός εξοπλισμός