DictionaryForumContacts

   French Greek
Terms for subject Mechanic engineering containing 2 | all forms
FrenchGreek
dispositif de démarrage par p2-p1διάταξη ελέγχου εκκίνησης με βάση τη διαφορική πίεση p2-p1
injecteur à 2 débitsεγχυτήρας δύο πιδάκων
injecteur à 2 débitsδιπλός εγχυτήρας
moteur à 2 corpsστροβιλοκινητήρας δύο αξόνων
suspension mouflée rapport 2:1έμμεση ανάρτηση
valve à régulation à 2 étagesβαλβίδα με ρύθμιση δύο βαθμίδων
vaporisation par m2 de surface de chauffeεξάτμιση ανά τετραγωνικό μέτρο της θερμαινόμενης επιφάνειας